ἐκτυπώσεις

ἐκτυπώσεις
ἐκτύπωσις
modelling in relief
fem nom/voc pl (attic epic)
ἐκτύπωσις
modelling in relief
fem nom/acc pl (attic)
ἐκτυπόω
model
aor subj act 2nd sg (epic)
ἐκτυπόω
model
fut ind act 2nd sg
ἐκτυπόω
model
aor subj act 2nd sg (epic)
ἐκτυπόω
model
fut ind act 2nd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • έκδοση — Η δημοσίευση ενός γραπτού κειμένου· η εκτύπωση και η διάδοση οποιουδήποτε κειμένου από εκδοτικό οργανισμό· οι διάφορες εκτυπώσεις ενός βιβλίου ή μιας εφημερίδας· το σύνολο των αντιτύπων του ίδιου έργου σε μία μόνο εκτύπωση. Επειδή στον όρο έ.… …   Dictionary of Greek

  • χαρακτική — Με την ονομασία αυτή χαρακτηρίζεται το σύνολο των γραφικών μεθόδων που περιλαμβάνουν την αποτύπωση ενός σχεδίου επάνω σε μόνιμη μήτρα και από εκεί τη μεταφορά του σε χαρτί ή άλλο υλικό. Η αποτύπωση του σχεδίου στη μήτρα γίνεται με την τεχνική της …   Dictionary of Greek

  • Βαζαρελί, Βικτόρ — (Victor Vasarely,Πεξ, Ουγγαρία 1906 – Παρίσι 1997). Γάλλος ζωγράφος, ουγγρικής καταγωγής. Θεωρείται ο σπουδαιότερος εκπρόσωπος της οπ αρτ. Η αντίληψή του για την τέχνη συνοψιζόταν στην κλασική του επωδό «τέχνη για όλους».Σπούδασε στην Ακαδημία… …   Dictionary of Greek

  • Καναδάς — I Επίσημη ονομασία: Καναδάς Έκταση: 9.970.610 τ. χλμ. Πληθυσμός: 30.007.094 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Οτάβα (827.898 κάτ. το 2001)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Ν με τις ΗΠΑ και στα Δ με την πολιτεία Αλάσκα των ΗΠΑ. Βρέχεται στα Β από… …   Dictionary of Greek

  • τυπωτής — ο θηλ. ώτρια 1. τεχνίτης που κάνει τις εκτυπώσεις. 2. ο κατασκευαστής τύπων, καλουπιών …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”